Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μεταμορφωτής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μεταμορφωτής [mɛtamɔrfɔˈtis] SUBST αρσ

1. μεταμορφωτής (άνθρωπος):

μεταμορφωτής
Reformator αρσ

2. μεταμορφωτής ΗΛΕΚ:

μεταμορφωτής
Transformator αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский