Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μεγαλοπιάνομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μεγαλοπιά|νομαι <-στηκα> [mɛɣalɔˈpçanɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα

μεγαλοπιάνομαι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский