Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μεγαλεπήβολος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μεγαλεπήβολ|ος <-η, -ο> [mɛɣalɛˈpivɔlɔs] ΕΠΊΘ

1. μεγαλεπήβολος (που επιδιώκει μεγάλα):

μεγαλεπήβολος

2. μεγαλεπήβολος (σχέδια):

μεγαλεπήβολος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский