Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μαιανδρικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μαιανδρικ|ός <-ή, -ό> [mɛanðriˈkɔs] ΕΠΊΘ

μαιανδρικός
Mäander-
Mäandertal ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский