Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μέντα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μέντα [ˈmɛnda] SUBST θηλ

1. μέντα (φυτό):

μέντα
Pfefferminze θηλ

2. μέντα (καραμέλα):

μέντα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский