Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λιμάνι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λιμάνι [liˈmani] SUBST ουδ

λιμάνι
Hafen αρσ
φτάνω στο λιμάνι (πλοίο)
φεύγω από το λιμάνι
φυσικό λιμάνι
Naturhafen αρσ
τεχνητό λιμάνι
αλιευτικό λιμάνι
Umschlaghafen αρσ
ελεύθερο λιμάνι
Freihafen αρσ
εμπορικό λιμάνι
Handelshafen αρσ
λιμάνι εκκίνησης
Ausgangshafen αρσ
το λιμάνι ουδ του Πειραιά
der Hafen αρσ von Piräus

Παραδειγματικές φράσεις με λιμάνι

τεχνητό λιμάνι
φυσικό λιμάνι
Naturhafen αρσ
αλιευτικό λιμάνι
ελεύθερο λιμάνι
Freihafen αρσ
εμπορικό λιμάνι
λιμάνι εκκίνησης
το λιμάνι ουδ του Πειραιά
φεύγω από το λιμάνι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский