Ελληνικά » Γερμανικά

καμηλιέρ|ης <-ηδες> [kamiˈʎɛris] SUBST αρσ, καμηλιέρισσα [kamiˈʎɛrisa] SUBST θηλ

πορτιέρ|ης <-ηδες> [pɔrˈtçɛris] SUBST αρσ, πορτιέρισσα [pɔrˈtçɛrisa] SUBST θηλ

μάστορας <μάστοροι [ή μαστόροι] > [ˈmastɔras] SUBST αρσ, μαστόρισσα [masˈtɔrisa] SUBST θηλ

1. μάστορας (αρχιτεχνίτης, δεξιοτέχνης):

Meister(in) αρσ (θηλ)

2. μάστορας (τεχνίτης):

Handwerker(in) αρσ (θηλ)

καπνέμπορος [kapˈnɛmbɔrɔs], καπνέμπορας [kapˈnɛmbɔras] SUBST αρσ, καπνεμπόρισσα [kapnɛmˈbɔrisa] SUBST θηλ

ταβερνιάρ|ης <-ηδες> [tavɛrˈɲaris] SUBST αρσ, ταβερνιάρισσα [tavɛrˈɲarisa] SUBST θηλ

Wirt(in) αρσ (θηλ)

νοικάρ|ης <-ηδες> [niˈkaris] SUBST αρσ, νοικάρισσα [niˈkarisa] SUBST θηλ

Mieter(in) αρσ (θηλ)

μάγειρας [ˈmajiras], μάγειρος [ˈmajirɔs] SUBST αρσ, μαγείρισσα [maˈjirisa] SUBST θηλ

Koch αρσ (Köchin) θηλ

καβαλάρ|ης <-ηδες> [kavaˈlaris] SUBST αρσ, καβαλάρισσα [kavaˈlarisa] SUBST θηλ

Reiter(in) αρσ (θηλ)

μπεκιάρ|ης <-ηδες> [bɛˈcaris] SUBST αρσ, μπεκιάρισσα [bɛˈcarisa] SUBST θηλ

γκαντέμ|ης <-ηδες> [gaˈdɛmis] SUBST αρσ, γκαντέμισσα [gaˈdɛmisa] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский