Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λάφι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λάφι

λάφι s. ελάφι

Βλέπε και: ελάφι

ελάφι [ɛˈlafi] SUBST ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский