Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κυρτό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κυρτό πολύγωνο
konvexes Polygon ουδ
κυρτό κάτοπτρο
Konvexspiegel αρσ
κυρτό σύνολο
konvexe Menge θηλ
κυρτό πολύεδρο
κυρτό κάτοπτρο
Konvexspiegel αρσ
κυρτό σώμα
konvexer Körper αρσ
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „κυρτό“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский