Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κρυφοκοιτάζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . κρυφοκοιτά|ζω <-ξα> [krifɔciˈtazɔ] VERB μεταβ

1. κρυφοκοιτάζω (παρακολουθώ):

κρυφοκοιτάζω

2. κρυφοκοιτάζω (ρίχνω μια ματιά στα κλεφτά):

κρυφοκοιτάζω

II . κρυφοκοιτά|ζω <-ξα> [krifɔciˈtazɔ] VERB αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский