Ελληνικά » Γερμανικά

κροάτικ|ος <-η, -ο> ΕΠΊΘ οικ

κροάτικος

κροατικ|ός <-ή, -ό> [krɔatiˈkɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский