Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κουτάβι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κουτάβι [kuˈtavi] SUBST ουδ

1. κουτάβι (σκύλου, λύκου, αλεπούς):

κουτάβι
Welpe θηλ

2. κουτάβι (άλλων ζώων):

κουτάβι
Junges ουδ

3. κουτάβι μειωτ (άνθρωπος):

κουτάβι
Schwachkopf αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский