Ελληνικά » Γερμανικά

κιτρινάδι [citriˈnaði] SUBST ουδ

κιτρινί|ζω <-σα, -σμένος> [citriˈnizɔ] VERB αμετάβ (χλομιάζω, ξεθωριάζω)

κιτρινάδα [citriˈnaða] SUBST θηλ

1. κιτρινάδα (ωχρότητα):

Blässe θηλ

2. κιτρινάδα ΙΑΤΡ:

Gelbsucht θηλ

κιτρινισμός [citrinizˈmɔs] SUBST αρσ (στον τύπο)

κίτριν|ος <-η, -ο> [ˈcitrinɔs] ΕΠΊΘ

2. κίτρινος (χλομός):

κιτρικ|ός <-ή, -ό> [citriˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. κιτρικός (σχετιζόμενος με τα κίτρα):

Zitrus-

2. κιτρικός ΧΗΜ:

κιτρινωπ|ός <-ή, -ό> [citrinɔˈpɔs] ΕΠΊΘ

κιτράλη [ciˈtrali] SUBST θηλ

φιορίνι [fçɔˈrini] SUBST ουδ

κίτρινης αρσ ΧΗΜ
Citrin αρσ
κιτάπι ουδ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Buch ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский