Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κατσάβραχα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κατσάβραχα [kaˈtsavraxa] SUBST ουδ πλ

1. κατσάβραχα (έδαφος γεμάτο πέτρες):

κατσάβραχα
Geröll ουδ

2. κατσάβραχα (βραχώδες έδαφος):

κατσάβραχα
steiniger Boden αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский