Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κατατακτήριος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κατατακτήρι|ος <-α, -ο> [katatakˈtiriɔs] ΕΠΊΘ (διαγωνισμός)

κατατακτήριος
Qualifikations-
Einstufungstest αρσ ενικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский