Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κατασκοπευτικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κατασκοπευτικ|ός <-ή, -ό> [kataskɔpɛftiˈkɔs] ΕΠΊΘ

κατασκοπευτικός
Spionage-
κατασκοπευτικός σκοπός
Spionagezweck αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με κατασκοπευτικός

κατασκοπευτικός σκοπός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский