Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καταπραΰνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καταπρ|αΰνω <-άυνα, -αΰνθηκα, -αϋμένος> [katapraˈinɔ] VERB μεταβ

καταπραΰνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский