Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κατάλυση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κατάλυσ|η <-εις> [kaˈtalisi] SUBST θηλ

1. κατάλυση (κατάργηση):

κατάλυση
Aufhebung θηλ

2. κατάλυση ΧΗΜ:

κατάλυση
Katalyse θηλ
αρνητική κατάλυση
κατάλυση με ακτινοβολία
ετερογενής κατάλυση
ετερογενής κατάλυση

Παραδειγματικές φράσεις με κατάλυση

ετερογενής κατάλυση
αρνητική κατάλυση
κατάλυση με ακτινοβολία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский