Ελληνικά » Γερμανικά

καρκινογόν|ος <-ος, -ο> [karcinɔˈɣɔnɔs] ΕΠΊΘ

καρκινογόνος
καρκινογόνος ουσία

καρκινογόνος ΕΠΊΘ

Καταχώριση χρήστη
καρκινογόνος
καρκινογόνος

Παραδειγματικές φράσεις με καρκινογόνος

καρκινογόνος ουσία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский