Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καραμπόλα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καραμπόλα [karamˈbɔla] SUBST θηλ

1. καραμπόλα (στο μπιλιάρδο, και: ατύχημα):

καραμπόλα
Karambolage θηλ

2. καραμπόλα (είδος μπιλιάρδου):

καραμπόλα

3. καραμπόλα (φρούτο):

καραμπόλα
Sternfrucht θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский