Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καρέ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καρέ [kaˈrɛ] SUBST ουδ

1. καρέ (τετράγωνο):

καρέ
Quadrat ουδ

2. καρέ (κέντημα):

καρέ
Deckchen ουδ

3. καρέ (ομάδα τεσσάρων):

καρέ
Quartett ουδ
καρέ του άσου
vier Asse ουδ πλ

4. καρέ ΚΙΝΗΜ:

καρέ
Frame αρσ
καρέ
Bild ουδ

5. καρέ ΑΘΛ:

τα καρέ
der Torraum αρσ ενικ

6. καρέ (στο πόκερ):

καρέ
Vierling αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με καρέ

τα καρέ
der Torraum αρσ ενικ
καρέ του άσου
vier Asse ουδ πλ
αισθητήρας πλήρους καρέ ΦΩΤΟΓΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский