Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καλλιγραφικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καλλιγραφικ|ός <-ή, -ό> [kaliɣrafiˈkɔs] ΕΠΊΘ

καλλιγραφικός
kalligrafisch, Schönschreib-

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский