Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ιουδαϊστής , ιουδαϊστικός , δράστρια και ιουδαϊσμός

ιουδαϊστής (ιουδαΐστρια) [i̯uðaisˈtis, i̯uðaˈistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

ιουδαϊστής (ιουδαΐστρια)
Judaist(in) αρσ (θηλ)

ιουδαϊστικ|ός <-ή, -ό> [i̯uðaistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

ιουδαϊσμός [i̯uðaizˈmɔs] SUBST αρσ

δράστης [ˈðrastis] SUBST αρσ, δράστιδα [ˈðrastiða], δράστρια [ˈðrastria] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский