Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ινιακός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ινιακ|ός <-ή, -ό> [iniaˈkɔs] ΕΠΊΘ

Παραδειγματικές φράσεις με ινιακός

ινιακός μυς
ινιακός λοβός αρσ του εγκεφάλου

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский