Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θόριο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θόριο [ˈθɔriɔ] SUBST ουδ

θόριο
Thor(ium) ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский