Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ευφυολόγημα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ευφυολόγημα [ɛfiɔˈlɔjima] SUBST ουδ (αστείο)

ευφυολόγημα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский