Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εταίρα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εταίρα [ɛˈtɛra] SUBST θηλ

1. εταίρα ΙΣΤΟΡΊΑ:

εταίρα
Hetäre θηλ

2. εταίρα (πόρνη):

εταίρα
Prostituierte θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский