Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ερυσίπελας“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ερυσίπελας <ερυσιπέλατος> [ɛriˈsipɛlas] SUBST ουδ (του προσώπου)

ερυσίπελας
Gesichtsrose θηλ
ερυσίπελας ουδ ΙΑΤΡ
Erysipel ουδ
ερυσίπελας ουδ ΙΑΤΡ
Rotlauf αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский