Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επιτυχημένος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επιτυχημέν|ος <-η, -ο> [ɛpitiçiˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ

1. επιτυχημένος (περιγραφή, διακόσμηση):

επιτυχημένος

2. επιτυχημένος (απάντηση, παρατήρηση):

επιτυχημένος

3. επιτυχημένος (άνθρωπος):

επιτυχημένος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский