Ελληνικά » Γερμανικά

επιλαχ|ών <-ούσα, -όν> [ɛpilaˈxɔn] ΕΠΊΘ (σε εξετάσεις)

επιλαχών
επιλαχών
Ersatz-
επιλαχών υποψήφιος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский