Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επερχόμενος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επερχόμεν|ος <-η, -ο> [ɛpɛrˈxɔmɛnɔs] ΕΠΊΘ

2. επερχόμενος (επικείμενος):

επερχόμενος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский