Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εξιλασμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εξιλασμός [ɛksilazˈmɔs] SUBST αρσ

εξιλασμός
Sühne θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский