Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ελιξήριο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ελιξήριο [ɛliˈksiriɔ] SUBST ουδ

ελιξήριο
Elixier ουδ
ελιξήριο της ζωής
Lebenselixier ουδ
ελιξήριο της νεότητας
Elixier ουδ der Jugend
ελιξήριο της νεότητας
Jugendelixier ουδ
ελιξήριο του έρωτα
Liebestrank αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με ελιξήριο

ελιξήριο της ζωής
ελιξήριο της νεότητας
ελιξήριο του έρωτα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский