Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „ελαστικού“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά

(Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)
Karkasse (am Autoreifen) θηλ ΑΥΤΟΚ
σκελετός (ελαστικού) αρσ
αύλακες αρσ πλ πέλματος ελαστικού

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский