Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εκστομίζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εκστομί|ζω <-σα> [ɛkstɔˈmizɔ] VERB μεταβ

1. εκστομίζω (λέξη):

εκστομίζω

2. εκστομίζω (βρισιά):

εκστομίζω

Παραδειγματικές φράσεις με εκστομίζω

εκστομίζω απειλές

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский