Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δυσανεξία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δυσανεξία [ðisanɛˈksia] SUBST θηλ

δυσανεξία
Intoleranz θηλ
ανοσολογική δυσανεξία

Παραδειγματικές φράσεις με δυσανεξία

τροφική δυσανεξία θηλ
ανοσολογική δυσανεξία
δυσανεξία θηλ στη λακτόζη

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский