Ελληνικά » Γερμανικά

διαρρήκτης [ðiaˈriktis], διαρρήχτης [ðiaˈrixtis], διαρρήκτρια [ðiaˈriktria], διαρρήχτρια [ðiaˈrixtria] SUBST αρσ/θηλ

δράστης [ˈðrastis] SUBST αρσ, δράστιδα [ˈðrastiða], δράστρια [ˈðrastria] SUBST θηλ

διοπτρία [ðiɔpˈtria] SUBST θηλ

τυχοδιώκτης [tixɔˈðjɔktis], τυχοδιώχτης [tixɔˈðjɔxtis] SUBST αρσ, τυχοδιώκτρια [tixɔˈðjɔktria], τυχοδιώχτρια [tixɔˈðjɔxtria] SUBST θηλ

διωκτικ|ός <-ή, -ό> [ðiɔktiˈkɔs] ΕΠΊΘ

αιμομίκτης [ɛmɔˈmiktis], αιμομίχτης [ɛmɔˈmixtis], αιμομίκτρια [ɛmɔˈmiktria], αιμομίχτρια [ɛmɔˈmixtria] SUBST αρσ/θηλ

συντάκτης [sinˈdaktis], συντάχτης [sinˈdaxtis] SUBST αρσ, συντάκτρια [sinˈdaktria], συντάχτρια [sinˈdaxtria] SUBST θηλ

1. συντάκτης (όποιος συντάσσει):

Verfasser(in) αρσ (θηλ)
Autor(in) αρσ (θηλ)

2. συντάκτης (εφημερίδας):

Redakteur(in) αρσ (θηλ)

διώκτης (διώκτρια) [ðiˈɔktis, ðiˈɔktria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

διώκτης (διώκτρια)
Verfolger(in) αρσ (θηλ)

δεκατρία [ðɛkaˈtria] NUM αμετάβλ

υφαντής [ifanˈdis] SUBST αρσ [iˈfandra], υφάντρια [iˈfandria] SUBST θηλ

Weber(in) αρσ (θηλ)

μεσίτης [mɛˈsitis] SUBST αρσ, μεσίτρα [mɛˈsitra], μεσίτρια [mɛˈsitria] SUBST θηλ

1. μεσίτης (γενικά):

Vermittler(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский