Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διανυσματικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διανυσματικ|ός <-ή, -ό> [ðianizmatiˈkɔs] ΕΠΊΘ

Παραδειγματικές φράσεις με διανυσματικός

διανυσματικός χώρος
Vektorraum αρσ
διανυσματικός λογισμός
διανυσματικός τελεστής

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский