Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διαβολιά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διαβολιά [ðjavɔˈʎa] SUBST θηλ

1. διαβολιά (πονηριά):

διαβολιά
List θηλ

2. διαβολιά (εξυπνάδα):

διαβολιά
Gerissenheit θηλ

3. διαβολιά (αταξίες των παιδιών):

διαβολιά
Streich αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский