Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γουικέντ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γουικέντ [ɣuiˈcɛnd] SUBST ουδ αμετάβλ

γουικέντ
Wochenende ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский