Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γονικά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γονικά [ɣɔniˈka] SUBST ουδ πλ

1. γονικά (γονείς):

γονικά
Eltern πλ

2. γονικά (οικογένεια):

γονικά
Familie θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский