Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γνωμονική“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γνωμονική [ɣnɔmɔniˈci] SUBST θηλ ΑΣΤΡΟΝ

γνωμονική
Gnomonik θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με γνωμονική

γνωμονική προβολή

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский