Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βλάχος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βλάχ|ος (-α) [ˈvlax|ɔs, a] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. βλάχος:

βλάχος (-α)
Walache αρσ (Walachin) θηλ

2. βλάχος μτφ (αγροίκος):

βλάχος (-α)
Bauer αρσ (Bäuerin) θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский