Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αχαραχτήριστος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αχαρακτήριστ|ος [axarakˈtiritɔs], αχαραχτήριστ|ος [axaraxˈtiritɔs] <-η, -ο> (αξιοκατάκριτος)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский