Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αφέγγαρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αφέγγαρ|ος <-η, -ο> [aˈfɛŋgarɔs] ΕΠΊΘ

αφέγγαρος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский