Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αφάνεια“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αφάνεια [aˈfania] SUBST θηλ

1. αφάνεια (ιδιότητα του αφανούς):

αφάνεια

2. αφάνεια (τρόπος ζωής):

αφάνεια
ζω στην αφάνεια

3. αφάνεια (εξαφάνιση ανθρώπου):

4. αφάνεια μτφ:

πέφτω στην αφάνεια

Παραδειγματικές φράσεις με αφάνεια

πέφτω στην αφάνεια
ζω στην αφάνεια

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский