Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αυτοσχέδιος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αυτοσχέδι|ος <-α, -ο> [aftɔˈsçɛðiɔs] ΕΠΊΘ (ομιλία, παράσταση)

αυτοσχέδιος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский