Ελληνικά » Γερμανικά

αστροναυτική [astrɔnaftiˈci] SUBST θηλ

αστροναύτης (αστροναύτισσα) [astrɔˈnaftis, astrɔˈnaftisa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

αστροναύτης (αστροναύτισσα)
Astronaut(in) αρσ (θηλ)
αστροναύτης (αστροναύτισσα)
Raumfahrer(in) αρσ (θηλ)

αστρολατρεία [astrɔlaˈtria] SUBST θηλ

βιοαστροναυτική [viɔastrɔnaftiˈci] SUBST θηλ

αστρονομικ|ός <-ή, -ό> [astrɔnɔmiˈkɔs] ΕΠΊΘ και μτφ (ποσό)

τσιφούτης [tsiˈfutis] SUBST αρσ, τσιφούτα [tsiˈfuta], τσιφούτισσα [tsiˈfutisa] SUBST θηλ

αστρομετρία [astrɔmɛˈtria] SUBST θηλ

I . αστροφυσικ|ός <-ή, -ό> [astrɔfisiˈkɔs] ΕΠΊΘ

II . αστροφυσικ|ός [astrɔfisiˈkɔs] SUBST mf

αστροφυσική [astrɔfisiˈci] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский