Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αστέγνωτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αστέγνωτ|ος <-η, -ο> [aˈstɛɣnɔtɔs] ΕΠΊΘ

αστέγνωτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский