Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αρχιπέλαγος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αρχιπέλαγος [arçiˈpɛlaɣɔs] SUBST ουδ

1. αρχιπέλαγος:

αρχιπέλαγος
Archipel αρσ

2. αρχιπέλαγος (ειδικά το Αιγαίο):

αρχιπέλαγος
Ägäis θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский